Κάμψη του πέους
Η νόσος Peyronie ή ινώδης σκλήρυνση των σηραγγωδών σωμάτων του πέους χαρακτηρίζεται από την παρουσία πλακών στον ινώδη χιτώνα που περιβάλλει το πέος (ουλώδης ιστός). Οι ουλώδεις πλάκες εμφανίζονται κυρίως στην άνω επιφάνεια του πέους, αλλά και στην κάτω επιφάνεια καθώς και ανάμεσα στα σηραγγώδη σώματα. Αρχικά η νόσος εκδηλώνεται με πόνο κατά τη στύση, ενώ αργότερα οι πλάκες προκαλούν κάμψη του πέους στη στύση, με επακόλουθη εξέλιξη την ασβεστοποίηση της πλάκας.
Η νόσος πήρε το όνομά της από τον Γάλλο χειρουργό Peyronie, ο οποίος περιέγραψε τη νόσο τον 18ο αιώνα. Εμφανίζεται συνήθως σε άνδρες ηλικίας 40 έως 70 ετών, με μεγαλύτερη συχνότητα την 6η δεκαετία της ζωής, αλλά μπορεί να παρουσιαστεί ακόμη και σε νεότερους άνδρες. Tο ποσοστό εμφάνισης στο γενικό πληθυσμό κυμαίνεται γύρω στο 1-3 %. Το ποσοστό αυτό ενδεχομένως να είναι μεγαλύτερο, καθώς πολλοί άνδρες ντρέπονται ή φοβούνται να επισκεφθούν τον γιατρό όταν εμφανίσουν πόνο ή σκληρία στο πέος.
Η ακριβής αιτιολογία δεν είναι απολύτως γνωστή. Ενοχοποιούνται πιθανοί μικροτραυματισμοί κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής ζωής, μικροβιακές φλεγμονές, αυτοάνοσες διεργασίες, ρευματοπάθειες (ρευματοειδής αρθρίτιδα, ταυτόχρονη παρουσία νόσου Dupuytren), ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, οι διουρηθρικές επεμβάσεις και κυστεοσκοπήσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα μικροαιμορραγίες της ουρήθρας, αλλά και διάφορα φάρμακα ως σπάνια παρενέργειά τους. Ένα οξύ τραύμα, το γνωστό ως κάταγμα πέους, ή επαναλαμβανόμενοι τραυματισμοί του πέους κατά τη διάρκεια της συνουσίας είναι ο βασικότερος αιτιοπαθογενετικός μηχανισμός, που έχει σαν αποτέλεσμα τις μικρορήξεις των στοιβάδων του ινώδους χιτώνα του πέους και τις μικρoαιμoρραγίες εντός αυτού. Στη συνέχεια τα πήγματα οργανώνονται και αναπτύσονται ινώδης ουλώδης ιστός και εστίες κολλαγόνου και ινικής, με τελικό στάδιο το σχηματισμό της πλάκας.
Οι ασθενείς παραπονούνται για πόνο κατά τη στύση, ψηλαφητή σκληρία στη ράχη του πέους, κάμψη και γωνίωση του πέους στη στύση με συνοδό μείωση του μήκους του πέους, χαλάρωση του πέους περιφερικά της πλάκας, και φυσικά στυτική δυσλειτουργία. Η τελευταία εμφανίζεται συχνά στους ασθενείς με νόσο Peyronie και οφείλεται στην κάμψη του πέους που καθιστά δυσχερή την επαφή, στην άσχημη ψυχολογία του άνδρα, στον τοπικό πόνο και στη διαταραχή του φλεβοαποφρακτικού μηχανισμού που προκαλεί φλεβική διαφυγή. Τα παραπάνω συμπτώματα δεν παρατηρούνται σε όλους τους ασθενείς. Σε προχωρημένες περιπτώσεις η παραμόρφωση του πέους μπορεί να κάνει τη σεξουαλική επαφή αδύνατη. H ταχύτητα εξέλιξης και η βαρύτητα της νόσου σε κάθε ασθενή είναι απρόβλεπτη. Υπάρχει περίπτωση να βελτιωθεί αυτόματα χωρίς αγωγή η κάμψη, αλλά δεν αποκλείεται η πορεία να είναι δραματική και ταχύτατη με προσβολή και ασβεστοποίηση ολόκληρου του πέους και εμφάνιση σοβαρής στυτικής δυσλειτουργίας. Ο πόνος συνήθως υποχωρεί στους πρώτους μήνες, όπου μιλάμε για την πρώτη φάση, την ενεργό, που χαρακτηρίζεται από την οξεία φλεγμονώδη διεργασία. Στη δεύτερη φάση, την παθητική, δεν υπάρχει πόνος, ενώ σταθεροποιείται η δυσμορφία του πέους.
Το ιστορικό και η κλινική εξέταση από τον ειδικό Ουρολόγο θέτουν τη διάγνωση της νόσου ενώ η διενέργεια έγχρωμου υπερηχογραφήματος – Triplex του πέους με πρόκληση τεχνητής στύσης μετά από ενδoσηρραγγώδη έγχυση αγγειoδραστικής ουσίας παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για το μέγεθος, τον αριθμό και τη θέση των πλακών, την ποιότητα της στύσης, τον βαθμό κάμψης και τη λειτουργία των αρτηριών και φλεβών του πέους.
Η σωστή και ενδελεχής εξέταση θα αποκλείσει άλλες παθήσεις που μοιάζουν με τη νόσο Peyronie, όπως ο καρκίνος του πέους, η σκληρυντική λεμφαγγειίτιδα, η νόσος Mondor (θρόμβωση της επιπολούς ραχιαίας φλέβας του πέους), η συγγενής προς τα κάτω συνήθως κάμψη του πέους κλπ.
H θεραπεία της νόσου μπορεί να είναι συντηρητική ή χειρουργική. Τα φάρμακα χορηγούνται στην οξεία φάση της νόσου, όταν δηλαδή η πλάκα δεν έχει λάβει την τελική της μoρφή και όταν η στύση και η συνουσία συνoδεύoνται από πόνo. Η βιταμίνη E σε υψηλή δόση με την αντιοξειδωτική της δράση απoτρέπει την ίνωση. Βέβαια η αποτελεσματικότητα είναι περιορισμένη αλλά επειδή είναι φθηνό φάρμακο με ελάχιστες παρενέργειες αποτελεί τη θεραπεία πρώτης γραμμής. Το αμινoβενζoϊκό κάλιo περιορίζει τη σύνθεση του κoλλαγόνoυ από τους ινoβλάστες, παρόλο που o μηχανισμός δράσης του δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένος. Χορηγείται για διάστημα 6 μηνών συνήθως και μπορεί να αποτρέψει την επιδείνωση της νόσου, να μειώσει το μέγεθος της πλάκας και την κύρτωση. Μειονέκτημα του φαρμάκου είναι οι γαστρεντερικές διαταραχές. Πολλά ακόμη φάρμακα έχουν χρησιμοποιηθεί σε μελέτες με αμφίβολα όμως αποτελέσματα. Οι ενδοπεϊκές ενέσεις εντός της πλάκας βεραπαμίλης, κορτιζόνης και ιντερφερόνης, καθώς και η ηλεκτροκινητική διαδερμική απορρόφηση των φαρμάκων αυτών και η εξωσωματική λιθοτριψία της πλάκας δεν έχουν προσφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, αλλά μπορούν να βοηθήσουν τις περιπτώσεις με έντονο πόνο στα αρχικά στάδια της νόσου.
Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί τη θεραπεία εκλογής όταν η νόσος προκαλεί τέτοιου βαθμού κάμψη, ώστε να είναι αδύνατη η σεξουαλική επαφή. Βασική προυπόθεση είναι να έχει σταθεροποιηθεί η νόσος και η ινώδης πλάκα να παραμένει σταθερή και οργανωμένη για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών. Η κλασσική χειρουργική τεχνική που εφαρμόζεται είναι η τεχνική Nesbit (πτύχωση του ινώδους χιτώνα), σχετικά απλή μέθοδος αλλά με επακόλουθη μείωση τoυ μήκους τoυ πέους κατά 2-3cm. Η εκτομή της πλάκας και η τοποθέτηση αυτόλογου ή συνθετικού μοσχεύματος διατηρεί το μήκος του πέους, διορθώνει την παραμόρφωση, αλλά μπορεί να συνοδευθεί με βαθμό στυτικής δυσλειτουργίας. Η τοποθέτηση πεϊκής πρόθεσης ενδείκνυται όταν συνυπάρχει στυτική δυσλειτουργία.
6 Απριλίου 2017