ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Μόνο μετά από ενδελεχή μελέτη του ασθενούς και αφού καταλήξει ο ιατρός στη φύση του προβλήματος μπορεί να καθοριστεί και η αντίστοιχη θεραπευτική παρέμβαση. Η ψυχοθεραπεία και η χορήγηση φαρμάκων της κατηγορίας των αναστολέων της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5 (όπως η σιλδεναφίλη, η τανταλαφίλη και η βαρντεναφίλη) είναι οι ενδεδειγμένες θεραπείες στην ψυχογενή ΣΔ. Πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα ότι πριν εξετασθεί η χορήγηση φαρμακολογικής θεραπείας είναι απαραίτητη η λήψη του ιατρικού ιστορικού και η διενέργεια φυσικής εξέτασης του ασθενούς για τη διάγνωση της ΣΔ και τον εντοπισμό πιθανών υποκείμενων αιτιών, αλλά και παραγόντων κινδύνου που απαγορεύουν τη λήψη τέτοιων φαρμάκων. Ειδικότερα πρέπει να ληφθεί υπόψη η καρδιαγγειακή κατάσταση του ασθενούς, λόγω του ότι υπάρχει ένας βαθμός καρδιακού κινδύνου που σχετίζεται με τη σεξουαλική δραστηριότητα. Αντενδείκνυται η λήψη των φαρμάκων αυτών από ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα νιτρώδη, ενώ πρέπει να αποφεύγονται σε περιπτώσεις σοβαρών καρδιαγγειακών διαταραχών, όπως η ασταθής στηθάγχη και η σοβαρή καρδιακή ανεπαάρκεια, καθώς και σε ιστορικό πρόσφατου εγκεφαλικού επεισοδίου ή εμφράγματος του μυοκαρδίου. Προσοχή πρέπει επίσης να δίνεται σε περιπτώσεις ανατομικών αλλοιώσεων του πέους, σε καταστάσεις που προδιαθέτουν σε πριαπισμό (παρατεταμένη στύση) και σε ταυτόχρονη λήψη φαρμάκων για την υπερπλασία του προστάτου. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες στα άτομα που ενδείκνυται η φαρμακευτική αγωγή είναι γενικά παροδικές και ήπιες έως μέτριες στη φύση τους. Οι πιο συχνές είναι ο πονοκέφαλος και οι εξάψεις, και σπανιότερες η δυσπεψία, η ζάλη, η ρινίτιδα και οι ανωμαλίες στην όραση. Στην ψυχογενή ΣΔ, η διουρηθρική ή η ενδοσηραγγώδης χορήγηση αγγειοδραστικών ουσιών αποτελεί λύση εάν οι προηγούμενες θεραπείες έχουν αποτύχει.

Παρόμοιες είναι οι θεραπευτικές επιλογές και στη νευρογενή ΣΔ, αλλά με τη διαφορά ότι πρέπει να τροποποιείται η δόση λόγω της αυξημένης πιθανότητας εμφάνισης πριαπισμού. Στην ενδοκρινική ΣΔ η αντιμετώπιση της υποκείμενης ορμονικής διαταραχής θα οδηγήσει στη βελτίωση της στύσης.

Στην αρτηριακής αιτιολογίας ΣΔ οι αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5, η διουρηθρική ή η ενδοσηραγγώδης χορήγηση αγγειοδραστικών ουσιών, οι χειρουργικές επεμβάσεις επαναγγείωσης και οι πεϊκές προθέσεις αποτελούν τις σωστές θεραπευτικές λύσεις. Στη φλεβική ανεπάρκεια οι προηγούμενες θεραπείες μπορούν να προσφέρουν μόνο σε ήπιες καταστάσεις, ενώ στις υπόλοιπες η πιο σωστή πρακτική είναι η χειρουργική θεραπεία.

Εν κατακλείδει, το λεπτομερές ιατρικό ιστορικό, η σωστή φυσική εξέταση του ασθενούς και ο ειδικός εργαστηριακός έλεγχος θα οδηγήσουν στις περισσότερες περιπτώσεις στην εξακρίβωση της αιτίας της ΣΔ. Σε όλες τις περιπτώσεις η συντηρητική αγωγή πρέπει να δοκιμάζεται πρώτα με τη χειρουργική θεραπεία να αποτελεί τελευταία λύση.

25 Απριλίου 2017